- φαντασμάτων
- φάντασμαapparitionneut gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ειδωλοποιός — ο (Α εἰδωλοποιός) 1. ο κατασκευαστής εικόνων 2. ως επίθ. αυτός που προκαλεί εμφανίσεις φαντασμάτων … Dictionary of Greek
ελαφρόπαρτος — η, ο αυτός που ξαφνικά έπαθε πνευματική διαταραχή την οποία ο λαός αποδίδει σε επήρεια φαντασμάτων ή ξωτικών … Dictionary of Greek
ενύπνιος — ἐνύπνιος, ον (Α) 1. αυτός που φαίνεται, συμβαίνει ή εμφανίζεται στον ύπνο («ἄγαν δ ἀληθεῑς ἐνυπνίων φαντασμάτων ὄψεις», Αισχύλ.) 2. (το ουδ. ως επίρρ.) ἐνύπνιον στον ύπνο («θεῑός μοι ἐνύπνιον ἦλθεν ὄνειρος», Ομ. Ιλ.) … Dictionary of Greek
μορμώ — Τέρας της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας, φόβητρο των μικρών παιδιών. Στην παράδοση είναι επίσης γνωστή ως Λάμια (βλ. λ.) ή Έμπουσα (βλ. λ.). Από το όνομά της Μ. προήλθε και το μορμολύκειο, προσωπίδα που τη χρησιμοποιούσαν στην αρχαία Ελλάδα για να … Dictionary of Greek
φάντασμα — Λέξη που προέρχεται από το αρχαίο ελληνικό ρήμα φαίνομαι, γι’ αυτό και κατά τους αρχαίους χρόνους είχε την έννοια του οράματος ή της εικόνας. Στα νεότερα χρόνια σημαίνει την εμφάνιση νεκρών στους ζωντανούς, κατά τις λαϊκές δοξασίες. Σύμφωνα με… … Dictionary of Greek
φασματοφάνεια — ἡ, Α εμφάνιση φασμάτων, φαντασμάτων. [ΕΤΥΜΟΛ. < φάσμα, ατος + φάνεια (< φανής < φαίνω, ομαι), πρβλ. φωτο φάνεια] … Dictionary of Greek
γερμανικοί λαοί — Ινδοευρωπαϊκή εθνική ομάδα, στην οποία ανήκουν πολλές δεκάδες πληθυσμών, οι οποίοι αποσπάστηκαν κατά την εποχή του ορειχάλκου από τον αρχικό κορμό και εγκαταστάθηκαν στην Ευρώπη, από τον Ρήνο μέχρι τον Βιστούλα και τον Δούναβη. Τις πρώτες… … Dictionary of Greek
Γκρίφιους, Αντρέας — (Andreas Gryphius, Γκλογκάου, Σιλεσία 1616 – 1664).Γερμανός ποιητής και θεατρικός συγγραφέας. Πέρασε δύσκολα παιδικά χρόνια ύστερα από τον θάνατο των γονέων του, αντιμετωπίζοντας τη φτώχεια, τον πόλεμο και τους διωγμούς εναντίον των προτεσταντών … Dictionary of Greek
Δάνης, Γιώργος — (Σμύρνη 1920 – 1995). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του θεατρικού ηθοποιού Δανιήλ Γαβριηλίδη. Σπούδασε στη δραματική σχολή του Γιαννούλη Σαραντίδη. Η πρώτη του εμφάνιση έγινε το 1949, στην επιθεώρηση Άνθρωποι του ’49· το 1951 εμφανίστηκε στην πρόζα… … Dictionary of Greek
Κιντ, Τόμας — (Thomas Kyd, Λονδίνο 1558 – 1594). Άγγλος δραματικός συγγραφέας. Ακολούθησε για ένα διάστημα το επάγγελμα του συμβολαιογράφου πατέρα του, ενώ παράλληλα ασχολήθηκε με την ανάγνωση των κλασικών και τη μελέτη των γλωσσών. Σε αυτόν αποδίδεται η πρώτη … Dictionary of Greek